Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2022

Το Μαρτύριο του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου

Η αγωνιώδης κραυγή: Έρχεται Έρχεται! γέμισε τους δρόμους της Σμύρνης το πρωί του Σαββάτου 27 Αυγούστου 1822 όταν πρωτοφάνηκε το Τουρκικό ιππικό, βρήκε το Μητροπολίτη Σμύρνης ΧρυσόστομοΚαλαφάτη στη μεγάλη αίθουσα της Μητροπόλεως μαζί με το Μητροπολίτη Εφέσου Χρυσόστομο Χατζή-Σταύρου. Αδελφέ τι θα κάνουμε; τον ερωτά ο Εφέσου. Προσπάθησε να σωθείς εσύ του απαντά ο Σμύρνης, και εγώ έχω το σχέδιό μου. Πήγαινε συ του προσθέτει, στον τόνο τον βιαστικό, που συνηθίζει να μιλά. Κι έδωκε διαταγή να του μαζέψουν Άμφια και τα έγγραφά του σε βαλίτζες. Σε λίγο έμεινε μόνος, κατάμονος, στην αίθουσα. Γύρισε τα θολά του μάτια στους τοίχους όπου κρέμονταν οιφωτογραφίες των φίλων του αξιωματικών , μια σωστή πινακοθήκη ηρώων. Και πόσα δεν του θύμιζαν οι φωτογραφίες αυτές. Έξω από την Μητρόπολη κυριαρχούσε πάντα η αγωνιώδης κραυγή: Έρχεται, έρχεται. Ο Χρυσόστομος γύρισε τότε καιείδε τον πελώριο πίνακα του Πουλάκου, που παρίστανε το μαρτύριο του Αγίου Πολυκάρπου, πάνω στο Στάδιο της Σμύρνης. Γονάτισε μπροστά στην εικόνα εκείνη. Σηκώθηκε. Είχε πάρει τη ν απόφασή του. Θα ακολουθούσε τον Άγιο Πολύκαρπο στο μαρτύριό του. Δεσπότη τι κάνεις; Του έλεγαν οι οικείοι του. Έλα να σωθής. Ο Χρυσόστομος δεν έδωσε καμία απάντηση. Τα μάτια του καρφώθηκαν σε μια μεγάλη Ελαιογραφία που παρίστανε τον Εθνομάρτυρα του 1821, τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’ με το χέρι υψωμένο στο Θεό. Και τότε άκουσαν όλοι οι τριγύρω του να λέγη τα λόγια αυτά: Τον ξέρω τον δρόμο… Ο νους του έτρεχε σε περασμένες ευτυχισμένες μέρες, όταν ευλογούσε τον Ελευθερωτή στρατό μας. Και πιά δεν τους μίλησε… Και πρόσμενε… Στις 3 και μισή το απόγευμα ήρθε ο Τούρκος Αρχιαστυνόμος με ένα χωροφύλακα. Σε ζητά οΦρούραρχος Σαλήχ Ζακή Εφέντη, του είπε. Και τον πήγαν στο Φρουραρχείο με ένα κλειστό αυτοκίνητο. Ο φρούραρχος του έδωσε την προκήρυξη του Στρατιωτικού Νόμου και του είπε να την ανακοινώση στους κατοίκους. Και με το ίδιο αυτοκίνητο τον έφεραν πίσω στην Μητρόπολη. Η προκήρυξη διέταζε την απαγόρευση της κυκλοφορίας, ύστερα από τις εφτά το βράδυ, την παράδοση των όπλων σε 48 ώρες και το παρουσίασμα των κρυμμένων στρατιωτικών μας και των εντοπίων στρατευσίμων στο ίδιο χρονικό διάστημα. Όσοι παρακούσουν θα τουφεκισθούν. Στις 7 και μισή το βράδυ ξανάρχεται στη Μητρόπολη ο ίδιος ο Αρχιαστυνόμος με δύο στρατιώτες με εφ’ όπλουλόγχη και ζήτησε να πάρη το Μητροπολίτη με μερικούς προκρίτους που τους θέλει ο Νουρεδίν Πασάς. Δεν βρίσκεται κανένας πρόκριτος στη Μητρόπολη, απαντά ο Δεσπότης. Πήρε τότε ο Αρχιαστυνόμος τον κλητήρα της Μητρόπολης Θωμά καιτους και τους στρατιώτες με το αυτοκίνητο, πήγαν να βρούν στα σπίτια τους τους Δημογέροντες Ν. Τσουρουκτσόγλου και Κλεμάνογλου και Παντελή Κασσάπογλου (ο τελευταίος είχε φύγει για την Αθήνα). Στις 8 γύρισε στη Μητρόπολη ο Αρχιαστυνόμος με τους Τσουρουκτσόγλουκαι Κλεμάνογλου, πήρε το Μητροπολίτη και τράβηξε για το Διοικητήριο. Πήγε μαζύ και ο Θωμάς, που σώθηκε ύστερα και βρίσκεται σήμερα στην Αθήνα. Ο στρατηγόςΝουρεδίν Πασσάς δεν γνωριζότανε για πρώτη φορά με τον Άγιο της Σμύρνης. Είχαν ιδωθή πολλές φορές, όταν ο απαίσιος αυτός Πασσάς ήτανε Βαλής της Σμύρνης τους στερνούς μήνες του 1918 και τους πρώτους του 1919. Την εποχή εκείνη, πρόδρομος ο Νουρεδίν του Μουσταφά Κεμάλ ωργάνωσε στο Νομό Αϊδινίου το περίφημο Σωματείο της Εθνικής (Μουσταφά- Ι. Χουκουή Οσμανιέ-Τρεμετιέ, όπως το λέγανε οι Τούρκοι) του οποίου οι πρώτες εκδηλώσειςεσημειώθηκαν μέσα στη Σμύρνη, τη Μαγνησία, στο Καϊλάρ και σε όλη την ύπαιθρο χώρα. Ο Αρχιαστυνόμοςπαρουσίασε στο Μητροπολίτη στο Νουρεδίν Πασσά. Δεν θα το πίστευες βέβαια να ξαναϊδωθούμε, του λέγει οΝουρεδίν. Το χέρι που μου δίνεις δεν το πιάνω γιατί δεν θέλω να λερώσω το χέρι μου. Έχω εδώ τις αποδείξεις της ατιμίας σου. Εγώ δεν σε δικάζω. Θα σε δικάση το πλήθος που σε περιμένει κάτου και θα σε τιμωρήση όπως σου αξίζει. Κι’ ο Νουρεδίν έδιωξε τον Μητροπολίτη μαζί με τον Τσουρουκτσόγλου και τον Κλεμάνογλου. Κάτω ο Τουρκικός όχλος εμαίνετο, περιμένοντας το Χρυσόστομο, που γαλήνιος κατέβηκε τις σκάλες τις ίδιες τις σκάλες, που τις κατέβηκε τόσες φορές διωγμένος από τον Στεργιάδη, γαλήνιος σαν άνθρωπος, που επήρε πιά την απόφαση να θυσιασθή. Εδώ υπάρχει κάποιο σκοτεινό σημείο. Ο κ. Ρενέ Πυώ στο βιβλίο του «Ο θάνατος της Σμύρνης»γράφει πως την ίδια ώρα τον άρπαξε το πλήθος καιτον τυράνησε. Αυτό δεν είναι ακριβές. Φαίνεται πως ο Νουρεδίν ήθελε το μαρτύριο του Χρυσοστόμου να γίνη ημέρα, να το απολάυση όλος ο Τουρκόκοσμος και να πονέση όλος οΕλληνόκοσμος. Και τον κράτησεσε κάποιο δωμάτιο του Φρουραρχείου, τη νύχτα αυτή του Σαββάτου. Αυτό εξακριβώνεται και από το γεγονός ότι, στις 10 της νύχτας αυτής, ήρθε κάποιος Τουρκοκρητικός στη Μητρόπολη και έφερε μία κάρτα του Χρυσοστόμου στον αδελφό του Ευγένιο, που τον κρέμασαν ύστερα οι Τούρκοι στο Νυμφαίο. Και στην κάρτα αυτή έγραφε ο Εθνομάρτυρας Άγιος Σμύρνης: «Μη με περιμένεις πιά». Την άλλη ημέρα Κυριακή 28 Αυγούστου το απόγευμα, ήρθε στη Μητρόπολη ο καβάσης της Τραπέζης Αθηνών Νταΐπης και είπε πως τον Δεσπότη:«Τον χάλασαν». Και ιδού πως έγινε το μαρτύριο του Μητροπολίτη. Λίγο πριν το μεσημέρι της Κυριακής τον έβγαλαν από το Φρουραρχείον. Να οι Δικαστές σου και οι Τζελατήδες σου (δήμιοι)του είπε ο ΦρούραρχοςΣυνταγματάρχης Σαλήχ Ζακή Εφέντης. Και τον παρέδωκε στο μαινόμενο πλήθος που αποβραδύς ξημερώθηκε εκεί, βαλμένο από τον Νουρεδίν να τον προσμένη. Και αρχίζει το μαρτύριο. Όλος ο δρόμος από την πλατεία του Διοικητηρίου μέχρι την πλατεία του Ικί Τσεσμέ (Τουρκική συνοικία Σμύρνης) αγρίεψε από το μαρτύριο του καινούργιου αυτού Εθνομάρτυρα. Το τι έγινε δεν περιγράφεται. Του έβγαλαν με τη ξιφολόγχη τα μάτια, του έκοψαν τα αυτιά, του έκοψαν τη γλώσσα. Τον τραβούσανε από τα γένεια και από τα μαλλιά. Γύρω από το Άγιο σώμα του έστησε η απάνθρωπη, η αφάνταστα βάρβαρη Τουρκική μανία τον πιο φρικτό χορό. Δεν άφησαν τίποτα το σκληρό και εξευτελιστικό, που να μηντου κάμουν στο αφανισμένο καιμισοσκωτομένο κορμί του Χρυσοστόμου. Κι’ εσύρθηκε έτσι ως το Ικί Τσεσμέ, ο γέρων Μητροπολίτης Σμύρνης κατακομματιασμένος. Από το κορμί του, εκεί, το μεθυσμένο από κτηνωδία πλήθος, πήρε από ένα κομμάτι της σάρκας του Χρυσοστόμου για φυλακτό ματωμένο. Το κεφάλι του με βγαλμένα τα μάτια, κομμένα τα αυτιά, και τη γλώσσα, με τα γένεια ξεριζωμένα και μαύρο από το ξύλο, αιματοστάλαχτο το έμπηξαν στην πατερίτσα του. Και η πομπή μαινόμενη από βλαστήμιες και σαρκασμό το περιέφερε στους Τουρκομαχαλάδες. Την ίδια ώρα ο Τσουρουκτσόγλουκαι Κλιμάνογλου, μαρτυρούσαν, δεμένοι απο τα πόδια πίσω από ένα αυτοκίνητο, που ακολουθούσε το όχλο που τυραννούσε τον Μητροπολίτη. Από την Εφημερίδα «Μεσσηνία», 24-11- 1929 και για την μεταφορά Ιωάννης Π. Μπουγάς)